- πολιτικάντης
- ο, Ν1. πολιτικός ο οποίος επωφελείται από τις καταστάσεις χρησιμοποιώντας μικροπολιτικές μεθόδους και προσωπικές γνωριμίες2. κάθε άτομο επιτήδειο στην εκμετάλλευση πολιτικών καταστάσεων και προσωπικών γνωριμιών. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. politicante].
Dictionary of Greek. 2013.